επιτελάρχης

επιτελάρχης
ο
αρχηγός επιτελείου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιτελείο + άρχης (< άρχω «διοικώ»), τ. που απαντά μόνον εν συνθέσει (πρβλ. εργοστασιάρχης, τελετάρχης). Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • επιτελάρχης — ο ο αρχηγός του επιτελείου …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Χαβίνης, Θεόδωρος — (1886 – 1960). Στρατιωτικός και πολιτικός. Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων, από την οποία αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός του πυροβολικού το 1907. Πήρε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις του 1912 13 ως διοικητής πυροβολαρχίας. Το 1916 προσχώρησε στο… …   Dictionary of Greek

  • Алеврас, Иоаннис — Иоаннис Алеврас греч. Ιωάννης Αλευράς Президент Греции …   Википедия

  • -άρχης — [ΕΤΥΜΟΛ. Β συνθετικό λέξεων όλων των περιόδων της ελληνικής γλώσσας (Αρχαίας, Μεσαιωνικής, Νεοελληνικής) που προέρχεται από το ρ. άρχω και εμφανίζει σημαντική παραγωγική δύναμη. Σύνθετες λέξεις της Αρχαίας σε άρχης επιδίδουν κυρίως στην Ιωνική… …   Dictionary of Greek

  • Βεϊγκάν, Μαξίμ — (Maxime Weygand, Βρυξέλλες 1867 – Πα ρίσι 1965). Γάλλος στρατηγός. Φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Σεν Σιρ και το 1914 διορίστηκε, με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη, αρχηγός του γενικού επιτελείου του στρατάρχη Φος, με τον οποίο συνεργάστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Γκαμελέν, Μορίς Γκουστάβ — (Maurice Gustave Gamelin, 1872 – 1958). Γάλλος στρατιωτικός. Αποφοίτησε από τη στρατιωτική σχολή του Σεν Σιρ το 1893 και από τη σχολή αξιωματικών του γαλλικού επιτελείου το 1899. Την περίοδο 1902 11 υπηρέτησε στο επιτελείο του Ζοφρ, ενώ το 1914… …   Dictionary of Greek

  • Δαβάκης, Κωνσταντίνος — (Κεχριάνικα Λακωνίας 1897 – Αδριατική 1942). Στρατιωτικός. Διακρίθηκε στη μάχη της Πίνδου κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940. Ο Δ. αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων το 1916 και συμπλήρωσε την κατάρτισή του στην Ανωτάτη Σχολή Πολέμου της… …   Dictionary of Greek

  • Δόβας, Κωνσταντίνος — (Κόνιτσα Ηπείρου 1898 – Αθήνα 1973). Στρατιωτικός και υπηρεσιακός πρωθυπουργός (1961). Αποφοίτησε από τη σχολή Ευελπίδων (1918) και μετεκπαιδεύτηκε στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου (1933) και στη σχολή πολέμου του Παρισιού (1935). Πήρε μέρος στον Α’… …   Dictionary of Greek

  • Ηπίτης, Θεόδωρος — (1817 – 1887).Στρατιωτικός. Σπούδασε σε στρατιωτική σχολή στη Ρωσία και, για μικρό χρονικό διάστημα, υπηρέτησε ως αξιωματικός στον ρωσικό στρατό. Εγκαταστάθηκε έπειτα στην Ελλάδα και κατετάγη με τον βαθμό του λοχαγού στο μηχανικό. Διετέλεσε… …   Dictionary of Greek

  • Ινονού, Ισμέτ — (Ismet Ιnönü, Σμύρνη 1884 – Άγκυρα 1973). Τούρκος στρατιωτικός και πολιτικός. Μόνιμος αξιωματικός, μετά την επανάσταση των Νεότουρκων υπηρέτησε στο γενικό επιτελείο και διοίκησε διάφορα εκστρατευτικά σώματα στην Υεμένη. Το 1913 έλαβε μέρος ως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”